Τρίτος Παγμόσμιος Πόλεμος : Δέυτερο ημίχρονο

By Troktico, 16 March, 2023

 

 

 

 

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ  ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,

ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΕΔΩΚΕΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΔΟΥΛΟΝ

ΑΥΤΟΥ, ΔΙΑ ΝΑ ΔΕΙΞΗ ΕΙΣ ΤΟΥΣ

ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΣΑ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΡΧΑΣ

ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ (20) ΑΙΩΝΟΣ.

 

 

Μακάριοι οι άναγινώσκοντες καί πιστεύοντες εις την άποκάλυψιν ταύτην. Εΐδον τόν Κύριον ερχόμενον μετά των νεφελών, καί έφοβήθην σφόδρα δέν άπέμεινεν ισχύς εν έμοί, έλύθησαν τά γόνατά μου καί έπεσα κατά πρόσωπον έπί τής γης, άλλ’ ιδού ή χειρ τού Κυρίου με έγγίζει καί ήγειρεν έπί τά γόνατά μου, καί είπε πρός με. Έγώ είμαι ό ’Ών καί ό 'Ήν, Έγώ είμαι ό Παντοκράτωρ, γράψον εις βιβλίον δτι βλέπεις καί ότι ακούεις. Καί εΐδον πρός βορράν (Ρως – Ρωσία - Ουκρανία - Λευκορωσία, ως Ορθοδοξώ)  καί ιδού ήγέρθη Βασιλεύς δυνατός, θέλων νά έξουσιάση εν δυνάμει μεγάλη νά κάμη έπί τής γής κατά τό θέλημα αύτοΰ, λέγων ώς φωνήν βροντής, έγώ είμαι άπεσταλμένος τού ζώντος Θεού, τά στρατεύματά μου εΐναι το άλας τής γής, ύποταχθήτω εις έμέ πάσα ή οικουμένη.

 

Ούαί εις έκείνους οί όποιοι θά άντιτάξουν δύναμιν κατά των δυνάμεών μου, μέ ρομφαίαν κοπτεράν θέλω πατάξη αυτούς, θέλω θερίση καί διασκορπίση αύτούς μέ μύδρους (πυρακτωμένος σίδηρος), περιφλεγείς, καί θέλω πνίξει αύτούς μέ καιόμενον θειον. Έκείνους δέ οι όποιοι θά μέ βοηθήσουν εις τήν αποστολήν μου, θά οδηγήσω αύτούς είς ζώσας πηγάς ύδάτων, δέν θέλουσι πεινάσει, ούτε δι  ψήσει, ούτε κοπιάσει, διότι μικροί καί ταπεινοί θέλουσιν έργάζεσθαι δι¨ αύτούς. Καί παρά τόν θρόνον τού κεκραγότος βασιλέως τού βορρά ήν έτερος βασιλεύς ( Αστάνα – Τουρκία ) κατά πολύ  πρεσβύτερος αύτοΰ, και ήν ή μορφή αύτοϋ ώς μορφή τοϋ θανάτου, καί ήσαν κύκλω αύτοϋ άλλοι βασιλείς καί άρχοντες, ήν δε τις εχων έπί κετήν έκλιποϋσαν σελήνην. Καί είπεν ο βασιλεύς τοϋ βορρά εις τούς σαλπιγκτάς αύτοϋ νά σαλπίσωσι, καί δ ήχος των σαλπίγγων αυτών άνέβη έως ούρανοϋ καί εις τούς στρατιώτας αύτοϋ νά όρμήσωσι καί ιδού ούτος ώς κύματα ώκεανοϋ κατακλυουσι τάς τέσσαρας γωνίας τής γης διότι είναι πολλοί ώς ή άμμος τής θαλάσσης, καί περιεκύκλωσαν τά στρατόπεδα των μή συνιόντων είς τάς βουλάς τοϋ δυνατοϋ Βασιλέως τοϋ Βορρά, καί έπάτησαν αύτούς ώς άχυρα έν άλωνίφ, ένέσπειραν τόν φόβον είς τάς ψυχάς καί βασανισμόν είς τά σώματα αύτών. Κατετρύφησαν είς τά αγαθά αύτών, καί κατεπόρνευσαν τάς θυγατέρας αύτών, τάς πόλεις αύτών έπυρπόλησαν, καί κατέβαλον είς έρείπια τά έργα τής τέχνης αύτών, έμεθύσθησαν εκ τοϋ οίνου καί εκ τοϋ αίματος τών μαρτύρων αύτών. Δίκαιος είσαι Κύριε δ Θεός τών πατέρων ήμών, διότι έκρινες ταϋτα, τίς δύναται νά έξιχνιάση τάς βουλάς σου; Δράκοντα έξαπέστειλες έπί πάσαν φυλήν καί γλώσσαν καί έθνος.  Εξουσίαν έδωκας είς αύτόν καί νικήση αύτούς, τοϋτο ήτο τό θέλημά Σου τό άγιον. Καί ιδού ό δράκων κάμνει κατά τήν βούλησιν αύτοΰ, ύψοϋται ύπεράνω καί τοϋ Θεοϋ τοϋ Ζώντος, μεγαλορρημονών κατά τοϋ Ύψίστου, καί κηρύσσων έαυτόν (Ιερουσαλήμ απόστολον τοϋ Θεοϋ, τής Ειρήνης καί τής Αγάπης.

Πλην ώρισμένον είναι τό τέλος αύτοϋ, διότι ούκ: έγνω τόν άληθή Θεόν, διότι δέν έξετέλεσε πιστώς τάς κρίσεις τοϋ Ύψίστου, ύπεκατέστησεν έαυτόν είς τήν Βασιλείαν τοϋ κόσμου. Εγγύς έστίν ή τιμωρία αύτοϋ, είς τήν γέενναν τοϋ πυρός ήτοιμάσθη ή κατοικία αύτοϋ, δέν θέλει δυνηθή νά σωθή άν καί έμηχανεύθη πολλάς μηχανάς, άν καί έλάλησε ψευδώς, οί μεγιστάνες αύτοϋ πρόφασιν έχοντες τήν ειρήνην, διότι ώργίσθη δ Κύριος καί έξαπέστειλεν έθνη κατά τοϋ Βασιλέως τοϋ Βορρα

 

Ιδού ό βασιλεύς τής Ανατολής (Κίνα μέγας έν τή ίσχύϊ αύτοϋ, τά στρατεύματα αύτοϋ ώς ή άμμος τής θαλάσσης, ώς νιφάδες χιόνος καί ισχυρά σφόδρα, μή άνομοϋντα εις τάς έντολάς τοϋ Κυρίου, άλλά σφόδρα φοβούμενος τόν Κύριον. Καί ιδού ό βασιλεύς τής Δύσεως (Αγγλο-Σάξονες)  έμεγαλύνθη έν Κυρίω διά τής Βίβλου αύτοϋ, καί ύπ’ αύτοϋ όρισθείς άρχων των ώκεανών τά πλοία αύτοϋ πλέουσι τάς θαλασσας, καί οί μεγιστάνες αύτοϋ φέρουσι πρός τούς Ανθρώπους τήν γνώσιν τοϋ άληθινοϋ Θεοΰ, καί τόν σεβασμόν πρός τόν Κύριον τοϋ παντός, δέν κολάζουσιν ούδένα πρός τοϋτο, άλλά μόνον διδάσκουσι, ύπομένουσι πολλά έν τή διδασκαλία ταύτη. Άλλά καί ό μισθός αύτών έσεται μέγας έν τοΐς ούρανόϊς.

Καί ιδού έτερον έθνος έκ Νότου ( Περσία – Ιράν μετά δυνάμεως μεγάλης ίσχυράς, καί ήν ή καρδία τοϋ έθνους τούτου έν πλήρει άρμονία πρός τήν διέπουσαν τόν σύμπαντα κόσμον, καί ώραΐον καί χρήσιμον τούτους έξαπέστειλεν ό Θεός διά νά προστατεύσωσι τούς άδικουμένους καί νά σώσωσι τούς ώς άρνία σφαζομένους ύπό των έξαγριωμένων στρατευμάτων τοϋ Βασιλέως τοϋ Βορρά. Καί μετ’ ολίγον είδον καί ιδού έτερος Βασιλεύς τοϋ Νότοι ( Ινδία εγείρεται κατά τοϋ παρακαθημένου εις τόν θρόνον τοϋ Βασιλέως Βορρά ( Αστάνα ), πρεσβυτέρου βασιλέως τοϋ κεκμηκότος, καί έξουθενουμένου ύπό τής όργής τοϋ Κυρίου διά τάς Αμαρτίας αύτών. Άπαντες ούτοι ήγειραν οχυρώματα πρός βορράν, καί Ανέκοψαν τόν δρόμον των στρατευμάτων τοϋ βασιλέως Βορρά, καί έθανάτωσαν πλείστους έξ αύτών καί θέλουσι θανατώσει καί τό ύπόλοιπον, διότι οϋτω έκρινεν ό Κύριος τοϋ Βασιλέως τοϋ Κόσμου.

Έν τω τρίτω έτει τοϋ πολέμου λέγει Κύριος ό Θεός ήμών Ανατρέψω τήν αιχμαλωσίαν τοϋ λαοϋ τής δύσεως, καί τοϋ λαοϋ τής Ανατολής καί των λαών τοϋ Νότου. Νϋν έλεήσω αύτούς καί ζηλώσω διά τό όνομά μου τό άγιον, Αγιασθήσομαι έν αύτοΐς καί συνάξω αύτούς έπί την γην αυτών, καί ούκ άποστρέψω ούκέτι τό πρόσωπόν μου απ’ αυτών, θέλω κάμει πρός αύτούς διαθήκην ειρήνης καί θέλει είσθε ή διαθήκη αιώνιος, αί καταστραφείσαι πόλεις αυτών θέλουσιν οικοδομηθεΐ καί ή άφανισμένη γή αύτών θέλει γεωργηθεΐ, οι δέ άφανίσαντες αύτήν, θέλουσι έντραπή διά τάς άνομίας αύτών. Νΰν λέγει Κύριος ό Θεός, έκ- χεώ τόν θυμόν μου επί τόν λαόν τοϋ Βορρά καί επί τόν οί¬κον τών Βασιλέων αύτών, διότι έθηκα αύτούς ώς έλαίας καί λυχνίας φωτός, άλλ’ οδτοι έσκότωσαν καί έβασάνι  σαν τούς κατοικοϋντας επί τήν γην. Νυν εκδιώξω αύτούς εις τά έσχατα τοϋ Βορρά, διότι οί βασιλείς αύτών έβλα- σφήμησαν τό όνομά μου, άνέβησαν ρήματα άσεβή έπί τήν καρδίαν αύτών καί έβουλεύθησαν βουλήν πονηράν. Νΰν λέγει Κύριος ό Θεός, οί λαοί τούς όποιους έλεηλάτησαν τά στρατεύματα τών δύο βασιλέων τοϋ βορρά, καί τά στρατεύματα τών συνιόντων εις τούς όποιους έλαφυρα- γωγήσατε θέλωσι λαφυραγωγήση ύμάς. Ιδού ήλθε ή κρί- σις μου εναντίον ύμών, έν λιμώ καί λοιμώ καί αίματι, διά τήν μεγάλορρημοσύνην ύμών, έκρυψα νΰν τό πρόσωπόν μου άφ’ ύμών, καί σάς παρέδωκα είς τήν χεΐρα τών εχθρών ύμών. Έγώ έλάλησα λέγει Κύριος ό Θεός, έγώ καθαιρώ βασιλείς, καί καθιστώ βασιλείς, Έγώ γνωρίζω τά όσα έπράξατε έν τφ σκότει, διότι τό φώς κατοικεί μετ’ εμού. Καί ιδού "Αρχοντες είρήνης έξαποστελλόμενοι ύπό τοϋ Βασιλέως τοϋ Βορρά ό όποιος νϋν έν τή μετανοίςι αύ- τοϋ, νά κάμη συμφιλίωσιν πρός τούς Βασιλείς τούς περι- κυκλοϋντας αύτόν. 'Ως ταϋρον μαινόμενον έν λειμώνι, μεταξύ ύψηλών όρέων ζητεί τήν ειρήνην, πρός όλους τούς λαούς τής γης. Αλλα ένώ τά χείλη τών μεγιστάνων αύτοϋ λαλοϋσι τήν ειρήνην ή καρδία αύτών μηχανάται δολιότη- τας καί έπιθυμεϊ τόν πόλεμον. Διά τοΰτο οί βασιλείς καί οί άρχοντες των  έθνών, όσα συνήγαγεν ό Θεός κατά τοϋ Βασιλέως τοϋ Βορρά δέν πιστεύουσιν εις τήν είρήνευσιν  αύτοϋ, αν μη  συντρίψωσιν τήν δύναμιν των βραχιόνων του Βασιλέως του Βορρά, καί τήν δύναμιν των ύπηρετούντων εις τό θέλημα αύτοϋ. Τοϋτο είναι θέλημα τοϋ Ζώντος Θεοΰ. Έν τώ χρόνφ τούτφ ήγειρεν ό Κύριος έκ Νότου (Ελλάς)  καί έτερον έκλεκτόν λαόν κατά των βασιλέων τοϋ Βορρά καί ήν ή γη τοϋ λαοΰ τοϋτο τό σκήνωμα τής σοφίας τοϋ Κυρίου, καί ή πόλις.( Αθήνα)    αύτοϋ ή πρώτη Εκκλησία τοϋ Χριστού, τήν όποιαν ό Κύριος έθεμελίωσεν διά τοϋ Άποστόλου Αύτοϋ Ό λαός ούτος έπύρωσε τήν οικουμέ¬νην διά τοϋ άληθινοϋ φωτός, τής σοφίας καί τοϋ Εύαγγε- λίου. Καί τόν λαόν τοΰτον έξαπέστειλεν ό Κύριος έν ταΐς ήμέραις ταΐς έσχάταις κατά των βασιλέων τοϋ Βορρά, διότι έμηχανεύθησαν ούτοι πονηρά καί περί τής χώρας αύτοϋ καί έτειναν τήν χείραν αύτών επί τής κληρονομιάς αύτοϋ, έν τώ όποίω εύρίσκεται ή άγια, ή Νέα Σιών (ή Αγία Σοφία), ή οίκοδομημένη έπί έπτά λόφων. Διότι έν τή πόλει ταύτη, λέγει Κύριος ό Θεός, θέλω είρηνεύση τά έθνη, τιμωρών τούς άσεβείς, καί άμείβων τούς δικαίους, Κωνσταντίνος έκτισεν αύτήν, διότι οϋτω εύδόκησα. Κων-σταντίνος άπώλεσεν αύτήν, διότι άπέστρεψα τό πρόσω- πόν μου άπ5 αύτών, διά τάς άμαρτίάς των κατοικούντων, καί νϋν θέλω αποδώσει εις τόν Λαόν μου τόν περιούσιον, διότι εύρεν ούτος χάριν έν έμοί.

Μάχη στην Μ. Ασία 200 εκατομμύρια άνδρες

Καί έν ταΐς ήμέραις έκείναις συναχθήσονται καί έτοιμασθήσονται πάντες οί πολέμιοι των βασιλέων τοϋ Βορρά, καί μεγαλυνθήσονται καθ’ ύπερβολήν καί πρός τήν Ανατολήν, καί πρός τόν Νότον, καί πρός Δυσμάς καί έσεται ό αριθμός αύτών μυριάδες μυριάδων, πάντες άνδρες δυνατοί έν πολέμω. Καί ή άκμή τών στρατευμάτων τών βασιλέων τοϋ Βορρά μεταστραφήσεται εις μαρασμόν. Καί θέλουσιν όργισθεΐ οΐ Βασιλείς τοϋ Βορρά, καί θέλουσι παρατάξει τά στρατεύματα αύτών εις μάχην έως τών όχυρωμάτων, καί θέλουσι πατάξη τό πλήθος τών στρατευμάτων τών πολεμίων αύτών, πλήν δέν θέλουσιν κραταιωθή, καί θέλουσι ταπεινωθή καί έπιστρέψη εις την χώραν αύτών, διότι οΐ πολέμιοι θά ε’ισέλθωσιν εις τά οχυ¬ρώματα των βασιλέων του Βορρά, καί θέλουσι ένεργήση έναντίον αύτών καί θέλουσι ύπερισχύση.

 

Ναί θέλω έγείρει λέγει ό Κύριος ό Θεός, τύραννον έν τή χώρα των βασιλέων τοΰ Βορρά, όστις θέλει κάμει νά παρέλθη ή δόξα αύτών, διότι οί δύο ούτοι ύπήρξαν, Άβαδδών (δηλοι) Άββά έκ του έβραϊκού ονόματος, καί ΐ' τοΰ άδης Ελληνικού, πατήρ τοΰ 'Άδου, καί ή καρδία αύτών έστάθη έναντίον τής διαθήκης τής άγιας, ύψώθησαν καί έμεγαλύνθησαν ύπεράνω παντός Θεού, έμεγαλορρημόνησαν κατά τού Θεού τών Θεών λέγοντες ότι θά λυτρώσωσι αύτοί τά έθνη, διά τούτο θέλει έλθη τό τέλος αύτών καί δέν θέλει ύπάρχων ό βοηθών αύτούς. Καί Ιδού ήκουσα φωνήν μεγάλην έν τω Ούρανώ λέγουσα, νύν αί Βασιλεΐαι τού κόσμου έγιναν βασιλείαι κατά τό θέλημα τοΰ ούρανίου Πατρός. Νύν ειρήνην επί τής γής καί άνθρώποις εύδοκία. Τότε οι λαοί τής γής άναλωθέντες έν τφ θυμώ τοΰ Κυρίου, έπεσαν κατά πρόσωπον καί έπροσκύνησαν τόν Θεόν, ύψωσαν τάς χέΐρας αύτών πρός τόν ούρανόν εύχαριστούντες  τόν Κύριον ός κατέλυσε τήν δύναμιν τού Δράκοντος, ότι διέφθειρεν τόν διαφθείροντα τήν γήν καί έδωκε τήν ειρήνην καί τήν εύδοκίαν εις τούς λατρεύοντας αύτόν, καί κράζοντες μέ φωνάς μεγάλας έλεγον ή σωτηρία είναι έκ τού Θεού ήμών. Δόξα καί εύχαριστία καί τιμή καί δύναμις εις τόν Θεόν ήμών εις αιώνας αιώνων. Αμήν.

 

Τήν άποκάλυψιν ταύτην είδε καί έγραψε ό 'Αγιοπαυλίτης Μοναχός Λουκάς έν έτει 1838